Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Για τον Durrenmatt από το Στούντιο του Εσωθεάτρου!

Ο Friedrich Dürrenmatt (1921-1990), είναι ίσως ο σημαντικότερος γερμανόφωνος Ελβετός συγγραφέας μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο.
Γεννήθηκε στο Κονολφίνγκεν της Ελβετίας, κοντά στη Βέρνη, στις 5 Ιανουαρίου 1921. Αν και γιος προτεστάντη πάστορα, είχε μια κριτική στάση απέναντι στη θρησκεία, και συνήθιζε να λέει: «είμαι προτεστάντης, οπότε διαμαρτύρομαι» (I am a protestant, so I protest). Ο παππούς του ήταν γνωστός πολιτικός, δημοσιογράφος, σατιριστής και ποιητής και τον ενθάρρυνε ιδιαίτερα στην συγγραφική του καριέρα. Ο Ντύρενματ έγραψε: «Ο παππούς μου πήγε κάποτε στη φυλακή για 10 μέρες εξαιτίας ενός ποιήματος που είχε γράψει· σε μένα προς το παρόν, δεν έγινε τέτοια τιμή».
Ο νεαρός Ντύρενματ δεν ολοκλήρωσε ποτέ τις ακαδημαϊκές σπουδές φιλοσοφίας, λογοτεχνίας και θεολογίας· αντ’ αυτού προτίμησε να ασχοληθεί με τη συγγραφή. Το πρώτο του θεατρικό έργο «Είναι γραμμένο» (Es steht geschrieben), μια σάτιρα εμφανώς επηρεασμένη από τον Αριστοφάνη, δημοσιεύεται το 1947 και κάνει πρεμιέρα στη Ζυρίχη, τον ίδιο χρόνο. Από το 1952 και για το υπόλοιπο του βίου του, ζει στο Νοϊσάτελ και την ίδια χρονιά κάνει την πρώτη του μεγάλη επιτυχία,  τον «γάμο του κ. Μισσισσιπή» (Die Ehe des Herrn Mississippi). Η διεθνής καταξίωση, ωστόσο, έρχεται το 1956, σε ηλικία 35 ετών, με το έργο «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας» (Der Besuch der alten Dame) –το οποίο μεταφράζεται σε 40 γλώσσες, παίζεται στο Broadway, και γυρίζεται κινηματογραφική ταινία με την Ingrid Bergman και τον Antony Quinn. Έκτοτε, ο Ντύρενματ σημειώνει αρκετές συγγραφικές επιτυχίες αλλά και κάποιες αποτυχίες, χωρίς να πτοείται αφού είχε την πεποίθηση ότι: «πολλές φορές οι αποτυχίες ενός συγγραφέα είναι εξίσου αποκαλυπτικές γι αυτόν, όσο και τα αριστουργήματά  του». Ο Ντύρενματ εκτός του ότι γράφει πολλά θεατρικά έργα, έχει την τάση να «ρετουσάρει»  τα έργα του και κάποτε να τα συνοδεύει από σχολιασμούς, που ενίοτε προκαλούν περισσότερο πάταγο κι από τα ίδια τα έργα. Ιστορικά έχουν μείνει τα 21 σημεία-σχόλια για το έργο του «οι Φυσικοί». (Die Physiker,1961) Αίσθηση άλλωστε προκαλεί και η πραγματεία του «Προβλήματα του Θεάτρου» (Theaterprobleme  1955). O Ντύρενματ πέραν των θεατρικών έργων, γράφει έργα για το ραδιόφωνο αλλά και «αστυνομικά» μυθιστορήματα, τα οποία αργότερα γυρίζονται σε φιλμ. Γνωστότερο: «Ο δικαστής και ο δήμιος του» (Der Richter und sein Henker, 1950). Επίσης, γράφει φιλοσοφικά δοκίμια και πολιτικά κείμενα. Για μια ορισμένη περίοδο της ζωής του, καταπιάνεται με την σκηνοθεσία και διασκευή κλασσικών κυρίως έργων όπως του Σαίξπηρ και του Στρίντμπεργκ.
       Ασχολείται και με τη ζωγραφική όπου το σημαντικότερο σύμβολό του είναι ο λαβύρινθος κι ο Μινώταυρος, σύμβολο της αγωνίας του ατόμου για ελευθερία και δικαιοσύνη.  Στα 60 του γενέθλια, είχε την τύχη να δει τα ως τότε «άπαντα» του να εκδίδονται σε 29 τόμους. Κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του τιμήθηκε με πολλά βραβεία και διακρίσεις, ενώ χρίστηκε επίτιμος διδάκτωρ σε πολλά πανεπιστήμια. Ο Ντύρενματ πεθαίνει από καρδιακή ανεπάρκεια, στις 14 Δεκεμβρίου του 1990, παραμένοντας δραστήριος και με δημόσια παρουσία και λόγο ως το τέλος.

Μια συνολική θεώρηση του έργου του Dürrenmatt

Όταν ξέσπασε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, ο Ντύρενματ ήταν 18 χρονών. Οι γερμανόφωνοι Ελβετοί της γενιάς του, ήταν οι μόνοι φορείς του γερμανικού πολιτισμού που δεν ήρθαν αντιμέτωποι με τον ζόφο του πολέμου κι ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επιπλέον, ήταν οι μόνοι που δεν ένιωσαν την πίεση των ναζιστών κι έτσι διατήρησαν το πλεονέκτημα να κοινωνούν με την μεγάλη γερμανική παράδοση των Γκαίτε και Σίλλερ. Έτσι, τελειώνοντας ο πόλεμος ο Ντύρενματ μαζί με τον Μαξ Φρις και άλλους, ήταν από εκείνους που  έμελε να καλύψουν το κενό που προέκυψε στη Γερμανική σκηνή.
Στη διάρκεια των σπουδών του μελέτησε τους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους τραγωδούς και τον Αριστοφάνη. Στη φιλοσοφία του, δέχτηκε επιδράσεις από τον εξπρεσιονιστή Γεώργιο Κάιζερ, τον Σοπενχάουερ και το Νίτσε αλλά κι από τον Πλάτωνα και τον Κίργκενγκαρντ. Αργότερα, κατά την εποχή συγγραφής των μεγάλων δοκιμίων, ανανέωσε τα φιλοσοφικά του ενδιαφέροντα διαβάζοντας Καντ, Έντιγκτον και Καρλ Πόππερ. 
Ο Ντύρενματ φλερτάριζε πάντα με τις αντιθέσεις. Έγραψε τραγικές κωμωδίες, «αστυνομικά» μυθιστορήματα -που τα χαρακτήριζε «αντι-ντεντεκτιβικά», μέχρι  και μια «ανιστόρητη ιστορία». Με αυτή την τελευταία φράση προσδιορίζει ως είδος, το έργο του «Ρωμύλος ο Μέγας».
Ο Ντύρενματ λοιπόν, κινείται από το λογικό στο παράδοξο, από τον πεσσιμισμό στην κωμική προσέγγιση. Πάντα αντιφατικός, πάντα  ανθρώπινος.
Από τον παππού του αποκόμισε τη γνώση ότι αν θες να γίνεις η βουκέντρα της πολιτείας σου, οφείλεις να  θέτεις τα σοβαρά ζητήματα μέσω μιας κωμικής φόρμας. Από εκεί, λοιπόν, ίσως προέρχεται η συνεχής συνδιαλλαγή ανάμεσα στο κωμικό και το τραγικό. Τα σημαντικά, μεταφέρονται επί σκηνής, σαν ένα παραβολικό παιχνίδι: ένα παιχνίδι, που ξαφνικά παίρνει την τραγική, τη «χειρότερη δυνατή» τροπή. Ο τραγικός του ήρωας θυμίζει κάτι από καρικατούρα ή από κλόουν. Κι έτσι, χαρακτηρίζεται ως ο εκφραστής της σύγχρονης τραγικωμωδίας.
Το θέατρο του είναι πολιτικό αλλά και βαθύτατα υπαρξιακό.  Διαποτίζεται από τον προβληματισμό για την δυνατότητα ιδεαλιστικής δράσης του ανθρώπου σε  έναν κόσμο-χάος, όπου ο Θεός αποσύρεται πίσω από τα αστέρια και η τυφλή μοίρα, η τύχη είναι η πραγματική κινητήριος δύναμη.

Είπαν γι’ αυτόν- Είπε αυτός…

Κάποιοι τον συνέκριναν με τον Κάφκα, επειδή στα έργα τους είναι κοινή η παρουσίαση του κόσμου σε αποδόμηση. Ωστόσο, η ματιά του Ντύρενματ ήταν πάντα πιο κωμική.
Με τον Μπρεχτ έχουν κοινά αλλά  και αντιθέσεις. Ο Ντύρενματ ασκεί κριτική στο στρατευμένο θέατρο του Μπρεχτ τονίζοντας πως:  «ένας συγγραφέας μπορεί να εκπληρώνει την υποχρέωση του αν είναι αναρχικός. Πρέπει να επιτίθεται , αλλά να μην στρατεύεται»

Αυτός που αντιμετωπίζει το παράδοξο, εκθέτει τον εαυτό του στην Πραγματικότητα.
(Από τα 21 σημεία για τους Φυσικούς,1962)

Η ελευθερία κάθε ατόμου δεν μπορεί παρά να είναι η ελευθερία του όλου.
(Για την ανοχή,1977)

Αν κάποιος σταθεί έξω από τον κόσμο, τότε δεν απειλείται πλέον. Αλλά δεν έχω ούτε το δικαίωμα ούτε τη δυνατότητα να είμαι ένας απ’ έξω αυτού του κόσμου. 
(Από τα προβλήματα του θεάτρου, 1955)